Η ψυχολογία λέει πως o εγκέφαλος διαγράφει τα πιο τραυματικά γεγονότα, αλλά εγώ θυμάμαι. Δεν θυμάμαι πάντα, αλλά μια στο τόσο εμφανίζεται κάτι μπροστά μου που πατά τα σωστά-λάθος κουμπιά στο μυαλό μου και τα θυμάμαι όλα. Πρώτη φορά που θυμήθηκα ήμουν έκτη δημοτικού όταν βρήκα ένα λεύκωμα από το νηπιαγωγείο, με μια σημείωση της δασκάλας να γράφει, “μιλήστε στην κόρη σας, δεν τρώει για να χάσει κιλά”. Έκτοτε άρχισα να θυμάμαι τα πάντα.
Δευτέρα γυμνασίου - μαθαίναμε για το βάρος στη φυσική, η καθηγήτρια εξηγούσε πως το βάρος μας αλλάζει σε άλλους πλανήτες και μετά από αυτό σταμάτησα να προσέχω, γιατί ευχόμουν μόνο να βρισκόμουν σε κάποιον άλλο πλανήτη, που ο αριθμός στη ζυγαριά θα είναι ικανοποιητικός για τους γύρω μου. Την ίδια χρονιά ξεκίνησα διατροφή, ένα μήνα μετά έχασα 7 κιλά και πέταγα απ’ τη χαρά μου μόνο στη σκέψη πως το έκανα πιο γρήγορα απ’ τους άλλους. Μια παιδική ηλικία γεμάτη “όλοι οι γείτονες μας λένε πως θα ήσουν πιο όμορφη αν έχανες κανένα κιλό” και “από δευτέρα ξεκινάμε δίαιτα, το έχουμε παρακάνει”.
Και τονίζω, π α ι δ ι κ ή η λ ι κ ί α. Έμαθα να φοβάμαι τις ζυγαριές απ’ όταν θυμάμαι τον εαυτό μου - και θυμάμαι πολλά πράγματα, άρα αυτό πάει πολλά χρόνια πίσω. Έμαθα να φοβάμαι τα καταστήματα ρούχων, τα στενά ρούχα, το ίδιο μου το σώμα και τον εαυτό μου.
Το χειρότερο απ’ όλα είναι πως δεν καταλαβαίνεις τι ζημιές σου κάνουν όλα αυτά, μέχρι που είναι ήδη πολύ αργά.. αν και υποθέτω πως ήμουν τυχερή που το συνειδητοποίησα. Πολλοί άνθρωποι δεν το κάνουν. Αισθάνομαι πως μόλις αποκτήσεις αυτό τον τρόπο σκέψης, δεν φεύγει ποτέ απ’ το κεφάλι σου. Είμαι πλέον καταδικασμένη να κουβαλάω αυτό το mindset σ’ όλη μου τη μετέπειτα ζωή, γιατί έτσι νιώθω πως είναι τα πράγματα,
“Στα όρια νευρογενούς ανορεξίας”, αυτή ήταν η γνωμάτευση του ψυχιάτρου μεταξύ άλλων, και το μυαλό μου -στον αυτόματο πιλότο- να γυρίζει απ’ ευθείας σε όλες τις αναμνήσεις που είχαν θαφτεί κάπου βαθιά μέσα μου. Μόνο που ίσως και να μην ήταν ποτέ θαμμένες. Κάτι που δεν είναι εντός του οπτικού σου πεδίου, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει.
Μεγαλωμένη στη γενιά των thigh gaps, στην pro-ana-thinspo γενιά, δύσκολα ξεφεύγεις απ’ αυτό το τρυπάκι. Κι έτσι φτάνω τα 18, έχοντας υπάρξει υπέρβαρη, κανονική, λιποβαρής, “κοκαλιάρα”, “βάλε-καμιά-πέτρα-στην-τσέπη-σου-θα-σε-πάρει-ο-αέρας”,”μη-συμβατικά-όμορφη” κι αμφιταλαντευομένη μεταξύ όλων των αριθμών ανάμεσα στο 50 και το 100, άργησα πολύ να καταλάβω πως οι αριθμοί δεν παίρνουν ταμπέλες, πως το 100 δεν είναι άσχημο και το 50 και κάτω δεν είναι πάντοτε όμορφο.
Ήμουν πρώτη λυκείου όταν έχασα απότομα 20 κιλά, τα οποία στην συνέχεια έγιναν 30, τα 30 έγιναν 40, τα 40.. 45. Γινόμουν ευτυχισμένη που έμπαινα σε παιδικά ρούχα ούσα “ανεπτυγμένη” έφηβη, λες και ήταν κάποια νίκη, που ήταν νίκη, όταν επιτέλους σταμάτησε η φωνή της γιαγιάς μου στο κεφάλι μου να απογοητεύεται που δεν χώραγα στα πολύ μικρά αμερικάνικα τζιν της δικής της εφηβείας.
Ήταν νίκη όταν όλοι άρχισαν να με ρωτάνε πως το έκανα κι ας ήξερα πως είμαι άρρωστη.. δεν τους το έλεγα. Ήξερα τα μυστικά της επιτυχίας μου: καφές και τσιγάρο για να σου κοπεί η όρεξη, πολύ νερό, και πολύς, πολύς φόβος. Η νίκη μου δεν άργησε να μου αφήσει την πικρίλα της.
Η μάνα μου άρχισε να ανησυχεί που δεν τρώω και τα κόκκαλα του θώρακά μου που φαίνονταν πολύ άσχημα μαρτυρούσαν πως είχα φτάσει πολύ μακριά. Έλεγα σε όλους μικρά λευκά ψέματα πως τάχα “πρέπει να πάρω κιλά”, κι ας ήξερα πως αυτό θα με σκότωνε, γιατί θα σήμαινε πως πάω πίσω. Η εικόνα του παλιού μου εγώ στον καθρέφτη με στοίχειωνε που και πού. Γιατί όχι, τώρα δε θα πάω πίσω, τώρα είμαι επιτέλους όμορφη. Μου έλεγα..
Αυτή η ιστορία δεν έχει χαρούμενο τέλος, αλλά τουλάχιστον δεν έχει και λυπημένο, διότι δεν έχει τέλος γενικά. Ακόμα παλεύω με τον εαυτό μου κάποιες μέρες, άλλοτε φοβάμαι μη γυρίσω πίσω με μια σακούλα πατατάκια, άλλοτε δε με νοιάζει, κι όσο αστείο κι αν ακούγεται σε κάποιον τρίτο, είναι μια μεγάλη μάχη και χαίρομαι πλέον που την κερδίζω τις περισσότερες μέρες.
Και δεν είμαι μόνο εγώ που παλεύω, είναι όλες μου οι φίλες που πιέζουν τα μπούτια τους για να δουν μην και έκαναν κυτταρίτιδα, είναι τα παιδάκια που μεγαλώνουν με τα χ και ψ πρότυπα φοβούμενα τη ζυγαριά και μισώντας τον εαυτό τους όπως κι εγώ, είναι οι μητέρες που στερούν απ’ τα μικρά γλυκά γιατί “η παχυσαρκία είναι επιδημία και θεός φυλάξει μη βγει το παιδί χοντρό”, είσαι ακόμα κι εσύ που ανεξαρτήτως φύλου, όλο και κάποιο κατάλοιπο θα έχεις από όλα αυτά.
Το κείμενο αυτό δεν είναι η ελπίδα μου να αλλάξω τον κόσμο, καλώς ή κακώς έχω αποδεχτεί πως δεν θα τον αλλάξω. Το κείμενο αυτό είναι παρηγοριά στα κορίτσια που ο χειρότερός τους φόβος είναι η παραλία, στις γυναίκες που ξοδεύουν μια περιουσία σε κρέμες και χάπια αδυνατίσματος, σε κρέμες κατά της κυτταρίτιδας και των ραγάδων , σε διαφημίσεις στην τηλεόραση που υπόσχονται σίγουρα και γρήγορα αποτελέσματα να σε αλλάξουν με κάθε τρόπο, για να ταιριάζεις, για να αρέσεις και για να μη σε μισείς επιτέλους.