Δεν θα έρθω, δεν με αφήνουν οι γονείς μου | Θοδωρής Γκόνης
Ιουνίου 13, 2022ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΩΙΝΟ ΚΑΦΈ έφερνε και τα καινούργια λόγια, τις λέξεις τις ξεχασμένες, τις σκονισμένες, τις έφερνε γυαλισμένες, σπαρταριστές, με το σχοινάκι στον καρπό, με το αγκίστρι ακόμα στο στόμα.
Δεν θα έρθω, δεν με αφήνουν οι γονείς μου. Να πάρω νερό και ψωμί μου είπαν και να πάω στον ελαιώνα, στη μεγάλη την πέτρα, εκεί μέσα, στην καρδιά της υπάρχει κρυμμένο το μυστικό που ζητώ και ψάχνω, αρκεί να είμαι προσεχτικός, να αγαπάω πραγματικά και να έχω αρκετή υπομονή.
Θα μου μιλήσουν με παραβολές και μεταφορές γιατί αυτή είναι η γλώσσα μας. Αυτήν έφεραν από τα βουνά και τις θάλασσες.
Τώρα που θεωρείται, επιβεβαίωση του εαυτού σου ν’ απαρνιέσαι τις ρίζες σου, ένα μονάχα μπορούμε να πούμε, δεν είμαστε όλοι ίδιοι, ίσοι ναι. Δεν θα έρθω, δεν με αφήνουν οι γονείς μου. Δεν είμαστε τέτοιοι άνθρωποι εμείς μου είπαν, να βάλεις άλλα παπούτσια, σιδέρωσε άλλο πουκάμισο.
Να βρεις το παλιό μαχαίρι για τα μολύβια και να γυρίσεις στα γράμματα, να φτιάξεις την ψυχή σου.
Απόσπασμα από το βιβλίο, "Εφτά λευκά πουκάμισα", σελίδα 108.
Εκδόσεις ΑΓΡΑ
0 Comments